Τετάρτη 31 Ιουλίου 2013

Το περιστατικό του Όθωνα στον Πειραιά «Kομίζω Γλαύκα εις Αθήνας»

Βρισκόμαστε στις 28 Αυγούστου 1834 όταν ο τότε Βασιλιάς της Ελλάδος Όθωνας αφήνει το Ναύπλιο και κάνει την επίσημη είσοδό του στη νέα πρωτεύουσα του κράτους την Αθήνα.
Το ίδιο πλοίο το οποίο είχε φέρει για πρώτη φορά τον Όθωνα στο Ναύπλιο στο τότε μικρό Ελληνικό βασίλειο, η αγγλική φρεγάτα Μαδαγασκάρη, χρησιμοποιείται και πάλι προκειμένου να φέρει τον Βασιλιά στον Πειραιά.
Επρόκειτο για ένα 46 κανονιών σκαρί κατασκευασμένο στην Βομβάη που μπήκε στην υπηρεσία του Αγγλικού Ναυτικού το 1822. Χαρακτηριστικό είναι ότι από το 1843 και μετά χρησιμοποιήθηκε ευρέως από τους Άγγλους για την καταπολέμηση του δουλεμπορίου.
Με την άφιξή του στο Λιμάνι, γίνεται δεκτός από αντιπροσωπεία η οποία του προσφέρει μια ζωντανή κουκουβάγια (σύμβολο της αρχαίας πόλης των Αθηνών) και ένα κλαδί ελιάς. Από τον Πειραιά ο Όθωνας με την συνοδεία του σχηματίζει πομπή, ανεβαίνει την οδό Πειραιώς και φτάνει στον αρχαίο Ναό του Ηφαίστου, που τότε είχε μετατραπεί σε χριστιανικό ναό του Αγίου Γεωργίου, όπου θα ακολουθούσε μια σύντομη δοξολογία για την άφιξή του.
Εκεί το πλήθος που είχε σχηματιστεί βλέποντας τον Όθωνα με την συνοδεία του να κρατάνε μια ζωντανή κουκουβάγια που του είχαν προσφέρει στον Πειραιά, το θεώρησε αστείο μη γνωρίζοντας ότι και εκείνου του την έδωσαν λίγο πριν, αλλά πιστεύοντας ότι τους την πήγαινε ως δώρο για να τους δείξει το ένδοξο αρχαίο παρελθόν της πόλης των Αθηνών.
Το θεώρησαν λοιπόν προσβλητικό ένας ξένος να «κομίζει Γλαύκα εις Αθήνας» την πόλη που σύμβολό της ήταν η κουκουβάγια και άρχισαν να χρησιμοποιούν ευρέως αυτήν την φράση που ήταν γνωστή από την αρχαιότητα μεν (όρνιθες Αριστοφάνη) αλλά που ήταν σε αχρηστία στην καθομιλουμένη μέχρι το περιστατικό με τον Όθωνα.
Και μέχρι σήμερα η φράση αυτή χρησιμοποιείται όταν κάποιος πάει να πει πράγματα πασίγνωστα σαν να ήταν άγνωστα.
Από τον Πειραιά λοιπόν του 1834 και με την κουκουβάγια του Όθωνα ανά χείρας έγινε γνωστή η φράση που σημαίνει «παρουσιάζω σαν καινούργιο ή πρωτοποριακό κάτι που είναι ήδη πολύ γνωστό».

Δευτέρα 29 Ιουλίου 2013

Αριστοτέλης και Πλάτωνας - Οι διαφορές των δύο φιλοσόφων

Μελετώντας την πορεία της Φιλοσοφίας στον Ελληνικό κόσμο, συναντάμε μεγάλες προσωπικότητες που με τη σκέψη και το έργο τους χάραξαν βαθιά την Ιστορία του Πολιτισμού και επέδρασαν στη διαμόρφωσή του χιλιάδες χρόνια μετά την εποχή τους.
Ανάμεσα σ' αυτούς συγκαταλέγονται ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης, δύο πραγματικοί γίγαντες της διανόησης και του πνεύματος, που συνδέθηκαν στενά μεταξύ τους, δίδαξαν μεγάλες αλήθειες, αναγνωρίστηκαν και τιμήθηκαν από τις μεταγενέστερες γενιές μέχρι και σήμερα για την προσφορά τους.
Στα έργα τους συναντάμε πολλά κοινά σημεία στις απόψεις τους για τη ζωή, τον άνθρωπο, την ηθική, κάτι που άλλωστε είναι φυσικό εφόσον συνδέθηκαν μεταξύ τους ως Δάσκαλος και Μαθητής. Συναντάμε όμως και κάποιες διαφορές στην αντίληψή τους για τον Κόσμο, την πολιτική και τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία.
Οι διαφορές μεταξύ των δύο φιλοσόφων
Ο Πλάτωνας γεννήθηκε το 428 π.Χ. στην Αθήνα. Οι γονείς του κατάγονταν από αριστοκρατική γενιά. Έτσι η μόρφωσή του ήταν προσεγμένη. Από τα νεανικά του χρόνια εκδήλωσε το ενδιαφέρον για την πολιτική και τα όσα συνέβαιναν στην Αθήνα. Όταν ήταν 20 ετών, γνώρισε το μετέπειτα δάσκαλό του, Σωκράτη, κοντά στον οποίο έμεινε για 8 χρόνια, μέχρι και το θάνατό του.
Με τον Σωκράτη ανέπτυξε μία ιδιαίτερη σχέση ως μαθητής του, καθώς η διδασκαλία του επηρέασε με αποφασιστικό τρόπο τη διαμόρφωση του εσωτερικού κόσμου του Πλάτωνα. Ο Πλάτωνας φρόντισε, μετά το θάνατο του δασκάλου του, να διασώσει και να μεταδώσει τις διδασκαλίες και τη μεγαλειώδη φυσιογνωμία του, γράφοντας τους γνωστούς σωκρατικούς διαλόγους.
Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, μετά από πολλά ταξίδια, ίδρυσε το 387 π.Χ. στην Αθήνα μία φιλοσοφική Σχολή κοινοβιακού χαρακτήρα, την οποία ονόμασε Ακαδημία προς τιμή του ήρωα Ακάδημου.
Εκεί δίδαξε για 40 ολόκληρα χρόνια, ως το θάνατό του, σύμφωνα με τα ιδανικά του και με το σωκρατικό πνεύμα.Η Ακαδημία αναδείχθηκε στον ελλαδικό χώρο σε έναν καταλυτικό φορέα γνώσης και διαμόρφωσης σημαντικών προσωπικοτήτων της εποχής και ανέδειξε πολλά μεγάλα ονόματα στον τομέα της φιλοσοφίας και επιστήμης. Ένα από αυτά ήταν ο Αριστοτέλης.
Ο Αριστοτέλης γεννήθηκε στα Στάγειρα της Χαλκιδικής το 384 π.Χ. Ο πατέρας του ήταν φημισμένος γιατρός, γεγονός που πιθανόν επηρέασε το ενδιαφέρον του γιού του για τη βιολογία και τη φυσική.
Στην Ακαδημία του Πλάτωνα μπήκε σε ηλικία 18 ετών και έμεινε σ' αυτήν 19 χρόνια, μέχρι και το θάνατο του δασκάλου του. Ανέπτυξε μαζί του στενή σχέση και σεβασμό προς το πρόσωπό του, αλλά διαφώνησε και διαφοροποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό πάνω σε ορισμένες ιδέες και θέσεις του.

Γι' αυτό και λέγεται ότι ο Πλάτωνας τον αποκαλούσε "πόλο", δηλαδή πουλάρι που κλωτσάει τη μητέρα του στην κοιλιά μόλις γεννηθεί.Οι διαφωνίες των δύο μεγάλων φιλοσόφων είναι ένα θέμα που αξίζει να μελετήσει κανείς. Ας δούμε όμως πιο συγκεκριμένα τα σημεία στα οποία είχαν διαφορετική θεώρηση.
Σημείο πρώτο: Η Θεωρία των Ιδεών
Το πρώτο κύριο και βασικό σημείο διαφωνίας τους ήταν η αντίληψή τους για τον Κόσμο. Ο Πλάτωνας πίστευε ότι πίσω από τον κόσμο των αισθήσεων και της Ύλης υπήρχε μία άλλη πραγματικότητα, την οποία ονόμαζε "Κόσμο των Ιδεών". Σ' αυτόν τον κόσμο υπάρχουν και βρίσκονται τα καλούπια, οι αιτίες, τα πρότυπα όλων των πραγμάτων και φαινομένων που αντιλαμβανόμαστε μέσω των αισθήσεων γύρω μας.
Όλα είναι φτιαγμένα με βάση μία διαχρονική μορφή, που παραμένει αιώνια και σταθερή παρά τις μεταβολές που ο χρόνος επιφέρει στα πάντα. Αυτές οι διαχρονικές μορφές μοιάζουν να είναι τα πρωταρχικά στοιχεία της φύσης, κάτι σαν διανοητικά και αφηρημένα σχήματα που διαμορφώνουν τα φυσικά φαινόμενα και που ο αριθμός τους είναι συγκεκριμένος.
Ο Αριστοτέλης από τη μεριά του είχε εντελώς αντίθετη άποψη. Γι' αυτόν ο Πλάτωνας είχε αναποδογυρίσει την πραγματικότητα. Συμφωνούσε στο ότι ο φυσικός κόσμος διέπεται από μεταβλητότητα, παροδικότητα και φθορά. Αλλά οι «ιδέες» του Πλάτωνα γι' αυτόν δεν είναι οι αρχικές μορφές των πραγμάτων, αλλά είναι ένα κατασκεύασμα της λογικής του ανθρώπου, που δημιουργείται μέσα από την εμπειρία. Δηλαδή η ιδέα μας για το άλογο σχηματίζεται από τη λογική μας, αφού έχουμε δει και συγκρίνει μέσα στη φύση ένα μεγάλο αριθμό αλόγων και έχουμε καταλήξει σ' εκείνα τα χαρακτηριστικά που είναι κοινά σε όλα, πέρα από τις διαφορές τους.
Αυτό το σύνολο κοινών χαρακτηριστικών είναι η ιδέα ή «μορφή», όπως την αποκαλούσε ο Αριστοτέλης, η οποία δεν προϋπάρχει σε κάποιον ειδικό κόσμο, αλλά συναντάται μέσα στο καθετί.Για τον Πλάτωνα η ύψιστη πραγματικότητα βρίσκεται στον Κόσμο των Ιδεών και των Αρχετύπων.
Για τον Αριστοτέλη η ύψιστη πραγματικότητα βρίσκεται σ' αυτό που αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας. Για τον Πλάτωνα όλα όσα βλέπουμε γύρω μας είναι αντανακλάσεις άλλων πραγμάτων, που υπάρχουν στον Κόσμο των Ιδεών-κι επομένως και μέσα στην ψυχή του ανθρώπου. Για τον Αριστοτέλη όσα υπάρχουν μέσα στην ψυχή του ανθρώπου είναι αντανακλάσεις των πραγμάτων και των αντικειμένων του φυσικού κόσμου.
Σημείο δεύτερο: Η Πολιτική
Ένα άλλο σημαντικό σημείο διαφωνίας μεταξύ των δύο φιλοσόφων είναι η θεώρησή τους για το ποιός είναι ο καλύτερος τρόπος (πολίτευμα) διακυβέρνησης ενός κράτους. Στο έργο του Αριστοτέλη «Πολιτικά» και στο έργο του Πλάτωνα «Πολιτεία» εκφράζονται οι πολιτικές τους θέσεις με αρκετές κοινές, αλλά και διαφορετικές αντιλήψεις.
Ο Πλάτωνας μιλάει για την ιδανική Πολιτεία, που είναι ιδανική επειδή κυβερνάται με το πολίτευμα της «αριστοκρατίας», δηλαδή κυβερνάται από ένα σύνολο ανθρώπων που ξεχωρίζουν για τη σοφία, τη γνώση, την αρετή, τη δικαιοσύνη και την ικανότητα διακυβέρνησης των πολιτών.Ο κάθε πολίτης μέσα σ' αυτήν έχει μία σημαντική θέση, που είναι σύμφωνη με τη φύση, τις ικανότητες και το έργο που έχει αναλάβει να προσφέρει ανάλογα με τις κλίσεις του.
Έτσι μπορεί να ανήκει στην τάξη των αρχόντων (κυβερνήτες), στην τάξη των φυλάκων - πολεμιστών (υπερασπιστές της ασφάλειας της πόλης από επιθέσεις) και στην τάξη των γεωργών, εμπόρων, τεχνιτών (αυτοί που διασφαλίζουν τα μέσα που χρειάζεται η πόλη για να διατηρηθεί ζωντανή και να επιβιώσει).
Οι τάξεις αυτές είναι συμβολικές περισσότερο παρά πραγματικές, και δεν σχηματίζονται με βάση κοινωνικο/οικονομικά ή επαγγελματικά κριτήρια. Σχετίζονται με τα τέσσερα στοιχεία της Φύσης (γη, νερό, αέρας, φωτιά), που αντιστοιχούν σε χαρακτηριστικά της ανθρώπινης φύσης. Οπότε, ο κάθε πολίτης ανήκε σε μία από αυτές τις τάξεις σύμφωνα με τα ιδιαίτερα γνωρίσματά του και ανάλογα με την εκπαίδευση που χρειαζόταν να πάρει, προκειμένου να καλλιεργήσει τον χαρακτήρα, το πνεύμα και γενικά τον εσωτερικό του κόσμο.
Κατά τον Αριστοτέλη, οι πολίτες χωρίζονται με βάση οικονομικά κριτήρια σε τάξεις γεωργών, τεχνιτών και εμπόρων, ενώ κοινωνικά χωρίζονται σε φτωχούς, πλούσιους και μεσαίους. Από τη σχέση που έχουν μεταξύ τους οι φτωχοί και οι πλούσιοι θα διαμορφωθεί η μορφή του πολιτεύματος.
Οι φτωχοί συνήθως είναι περισσότεροι από τους πλούσιους. Ανάλογα με το πώς είναι μοιρασμένη η δύναμη και με το πού αυτή συγκεντρώνεται, καθορίζεται και το είδος του πολιτεύματος, που μπορεί να έχει τρεις μορφές: μοναρχία ή βασιλεία (ένας κυβερνά), αριστοκρατία (λίγοι κυβερνούν) ή δημοκρατία (πολλοί κυβερνούν).
Για να μην ξεπέσουν και αλλοιωθούν αυτές οι πολιτειακές μορφές σε τυραννία, ολιγαρχία και οχλοκρατία αντίστοιχα, θα πρέπει σκοπός των αρχόμενων να είναι το κοινό καλό και όχι το συμφέρον του ενός ή των λίγων. Η προτίμηση του Αριστοτέλη στρέφεται στη «Μέση Πολιτεία», δηλαδή σ' αυτό που σήμερα κατανοούμε ως δημοκρατικό πολίτευμα, όπου η μεσαία τάξη εξασφαλίζει την ισορροπία ανάμεσα στους φτωχούς και τους πλούσιους και κρατά το κέντρο βάρους στη μέση στις μεταξύ τους συγκρούσεις.
Σημείο τρίτο: Η εικόνα της γυναίκας
Ένα άλλο σημείο διαφοροποίησης των δύο γιγάντων είναι οι απόψεις τους για τη γυναίκα. Η θέση που ο Πλάτωνας δίνει σ' αυτήν μέσα στην Πολιτεία του είναι ισάξια με αυτήν του άντρα. Πίστευε ότι οι γυναίκες μπορούν να κυβερνήσουν εξίσου καλά με τους άντρες, επειδή η σωφροσύνη, η λογική, η ανδρεία, η αρετή δεν είναι θέμα φύλου, αλλά ψυχής, εκπαίδευσης και μόρφωσης.
Τόνιζε ότι μία πολιτεία που δεν δίνει παιδεία στις γυναίκες της, «μοιάζει με τον άνθρωπο που δεν εξασκεί και δε γυμνάζει παρά μονάχα το δεξί του χέρι» (Ο Κόσμος της Σοφίας, J. Gaarder).Αντίθετα ο Αριστοτέλης θεωρεί τη γυναίκα υποδεέστερη του άντρα, καθώς πιστεύει ότι σε σχέση μ' αυτόν κάτι της λείπει και ότι είναι ένας «ατελής άντρας».
Κατά τη διαδικασία της αναπαραγωγής, επειδή η γυναίκα έχει έναν παθητικό ρόλο (δέχεται) και ο άντρας έναν ενεργητικό (δίνει), το παιδί κληρονομεί μόνο τις ιδιότητες του άντρα (κάτι που όπως γνωρίζουμε σήμερα δεν ισχύει).Η εικόνα και θεώρηση του Αριστοτέλη για τις γυναίκες υιοθετήθηκε στον Μεσαίωνα, όπου η γυναίκα υποβαθμίστηκε, θεωρήθηκε πηγή του κακού και του πονηρού και περιορίστηκε στον αναπαραγωγικό της ρόλο μόνο.
Παρά τις διαφωνίες που υπάρχουν ανάμεσα στον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, είναι σημαντικό να τονιστεί ότι συναντάμε και «συμφωνίες», δηλαδή κοινά σημεία. Και οι δύο μιλούν για την ψυχή και τη σημασία της για τον άνθρωπο, και οι δύο τονίζουν πως η ευτυχία είναι συνώνυμο της αρετής και των υψηλών αξιών και ιδανικών, και οι δύο μας υπενθυμίζουν ότι σκοπός ενός Κράτους θα πρέπει να είναι το καλό και η καλλιέργεια όλων των πολιτών του.
Σίγουρα όμως διαπιστώνουμε ότι τόσο ο σοφός Πλάτων όσο και ο λογικός Αριστοτέλης δίνουν πολλές χρήσιμες και σημαντικές απαντήσεις σε ερωτήματα και προβληματισμούς της σημερινής εποχής, γι' αυτό και μπορούν να είναι ταυτόχρονα σύγχρονοι αλλά και διαχρονικοί.

Κυριακή 14 Ιουλίου 2013

ΠΥΘΙΑ ΚΑΙ ΑΙΓΕΑΣ

ΑΙΓΕΑΣ

 Βασίλης Λυκιαρδόπουλος Κύλικας του 4ου π.χ. αιώνα Μουσείο Βερολίνου, όπου κάποιος παρατηρεί την Πυθία από την μια μεριά , τον Αιγέα* από την άλλη και στη μέση ένα πόλο λευκό να τους χωρίζει.
*Αιγεύς =Βασιλέας των Αθηναίων πατέρας του Θησέα.
Αποκωδικοποίηση τον όσων παρατηρούμε στον κύλικα. Μαύρο –λευκό-κοκκινο τα μοναδικά χρώματα του κύλικα, τα τρία στάδια του διαλογισμού.
Η Πυθία [ Ελληνική Έλικα] κρατά στο ΔΕΞΙ της χέρι [δεξί μυαλό] κλαδάκι δάφνης με επτά[7] φυλλα.Συμβολιζουν και εδώ το γονιδιωμα αγγελιοφόρος [ mR.N.A] με τα [7] αμινοξεα.Απο τον πυρήνα των εγκεφαλικών κυττάρων του δεξιού λοβού απορρέει η ιερή γνώση.

Στο ΑΡΙΣΤΕΡΟ χέρι της κρατά πιάτο, άρα προσφέρει «τροφή», δηλαδή πληροφορηση.Αυτη είναι και η διαδρομή της ιερής γνώσης, από το δεξί περνά στον αριστερό εγκεφαλικό λοβό και γίνεται συνείδηση.
Η Πυθία κάθεται σε τρίποδο στα 3 δις των «γραμμάτων» του γενετικού μας κωδικα η στις [2.000.000.000] λέξεις των [3] «γραμμάτων» της Ελληνικής Έλικας, η Πυθία είναι η Ελληνική διπλή βίο-νανοελικα.
Στο δεξί της πόδι ακουμπά «πιάτο» ζωγραφισμένο με τρεις ομοκέντρους κύκλους και ένα ρόδακα με οκτώ [8] φύλλα στον δεύτερο ομόκεντρο κύκλο.
Ερμηνεία.- το «πιάτο» είναι το ανθρώπινο κύτταρο,ο δεύτερος κύκλος είναι ο πυρήνας του κυττάρου όπου και ο ρόδακας με τα [8] φύλλα = Ελληνική Έλικα = όπως την βλέπουμε στις φωτογραφίες δημιουργεί με τις αναδιπλώσεις της 8αρια. Ο τρίτος μικρός κύκλος είναι ο πυρήνας του πυρήνα του κυττάρου.
Ο λευκός πόλος στη μέση είναι το Μεσολοβιο.Ο Αιγαίας είναι βασιλέας άρα είναι ήδη άνδρας-ήρωας –Μύστης. Στη ζωγραφιά φαίνεται να ζητά την πρόσληψη ιερής γνώσης από την «πηγή».Βρισκεται δηλαδη σε κατασταση διαλογισμου.
Η λεπτομέρεια της θέσης των ποδιών, της Πύθιας και του Αιγέα, σε σχέση με τον λευκό πόλο, μας δίνει την πληροφορία πως η «επαφή» έχει γίνει, έχει ξεπεραστεί το εμπόδιο του «πόλου» [Μεσολόβιου]
Ο μαίανδρος του πινακίου έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον, χωρίζεται κάθε τρεις μαιάνδρους με τετράγωνα με πέντε [5=Ε] λευκές βούλες και [4] μαύρες [4=το σύνολο των γραμμάτων της Ελληνικής Έλικας] ο αριθμος [5] αντιπροσωπευει το γραμμα [Ε] αρχικο των λεξεων Ελληνικη η Ελικα .Στο σύνολο τους είναι [12].
5 Χ 12 = 60 = 6+0 =6 δις ο αριθμός των «γραμμάτων» της διπλής βίο- νανοελικας Ο μαίανδρος είναι μια ακριβής αναπαράσταση της Ελληνικής Έλικας, σχηματίζει τρία[3] εξάρια [666], η τρία[3] εννιάρια [999], εξαρτάται από πού τα βλέπεις. Εδώ τονίζεται από τον δημιουργό της εικόνας πως η διπλή βίο-νανοελικα είναι αμφίδρομη [69] ένα από τα χαρακτηριστικά της.
Η διπλή βίο-νανοελικα είναι αυτή που μας επιτρέπει να ζούμε σαν απλοί άνθρωποι [666] ,είναι η ίδια που μας εξυψώνει με τις πληροφορίες της σε άνδρες –ήρωες –μύστες [999].
Οι θέσεις [χωρίσματα] με τους μαιάνδρους είναι [11] των τριών [3] μαιάνδρων και ένα των δυο μαιάνδρων.
11Χ 3=33 ο αριθμός της Ελληνικής Έλικας το σύνολο των «γραμμάτων» της [3+3=6]

11Χ6=66 [66+33= 99 εκατοστά του μέτρου το μήκος της μιας έλικας του Γενετικού μας Κωδικα.
11Χ9 =99 –[99+99 =198 εκατοστά του μέτρου το συνολικό μήκος των ελίκων του Γενετικού μας Κωδικα μέσα σε ένα κύτταρο.
Έχουμε και ένα κομμάτι με δυο μαιάνδρους μόνο, έτσι 2Χ6=12 Και 2Χ9=18 18+12+198=228[3]=Έλλην Ελιξ Ο λεξαριθμος 228[3] που προκύπτει μας αποκαλύπτει πως αυτό που βλέπουμε είναι η Ελληνική διπλή βίο-νανοέλικα.
Οι δυο μαίανδροι πολύ απλά μπορεί να σημαίνουν όλα όσα αναφέρονται στο αριθμό [2] δηλαδή –δυο νέα μυαλά –διπλή υπόσταση του ανθρώπου .
Δεν είναι λάθος του αρχαίου καλλιτέχνη όπως εσφαλμένα νομίστηκε από τους σύγχρονους αντιγραφείς του κύλικα που τον παρουσιάζουν με 12 χωρίσματα των τριών μαιάνδρων.
Ο Κώδικας Των Ελλήνων Αθάνατων - Βασίλης Λυκιαρδόπουλος

Παρασκευή 5 Ιουλίου 2013

Η μάχη της Σπλάντζας (4 Ιουλίου 1822)

Πολεμική αναμέτρηση μεταξύ Ελλήνων και Οθωμανών, στο πλαίσιο της Επανάστασης του 1821. Έλαβε χώρα στη Σπλάντζα ή Σπιάτζα Φαναρίου (σημερινή Αμμουδιά Πρεβέζης) στις 4 Ιουλίου 1822 και έληξε χωρίς νικητή επί του πεδίου της μάχης.
Προ της μάχης
Στα μέσα Ιουνίου του 1822 ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης και ο Ιωάννης Ραζηκότσικας, με δύναμη 500 ανδρών από τη Μάνη και το Μεσολόγγι, αποβιβάστηκαν στις ηπειρωτικές ακτές, με εντολή του Προέδρου του Εκτελεστικού (πρωθυπουργού) Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου. Αποστολή τους ήταν να ενισχύσουν τους στενά πολιορκούμενους στην Κιάφα Σουλιώτες. Τους μετέφεραν από το Μεσολόγγι υδραίικα πλοία, με επικεφαλής τον Νικόλαο Βώκο.
Η ολιγάριθμη ελληνική δύναμη κατέλαβε πρώτα το λιμάνι του Μούρτου (σημερινά Σύβοτα Θεσπρωτίας), όπου έκαψε τα σπίτια και συνέλαβε αιχμαλώτους 150 Τούρκους κατοίκους της περιοχής, τους οποίους έστειλε με πλοία στην Πελοπόννησο. Η αποβατική ενέργεια προκάλεσε την αντίδραση των Άγγλων, που κατείχαν τότε τα Επτάνησα και διαφέντευαν το Ιόνιο Πέλαγος. Αγγλικό πλοίο που έφθασε στον Μούρτο απαίτησε από τον Μαυρομιχάλη να εγκαταλείψει αμέσως την περιοχή. Ο μανιάτης οπλαρχηγός, επειδή φοβήθηκε πολεμική ενέργεια από μέρους των Άγγλων, αναχώρησε νοτιότερα και κατέλαβε τη Σπλάντζα, η οποία απείχε επτά ώρες από την Κιάφα και βρισκόταν στις εκβολές του ποταμού Αχέροντα.
Την άφιξη του ελληνικού αποσπάσματος πληροφορήθηκαν οι πολιορκούμενοι Σουλιώτες κι έστειλαν στη Σπλάντζα τον Λάμπρο Ζάρμπα με 60 άνδρες για να ζητήσουν πολεμοφόδια και τρόφιμα. Μετά από λίγες ημέρες κατέφθασαν στο ελληνικό στρατόπεδο ο Ζώης Πάνου και ο Βασίλειος Ζέρβας, με άλλους 100 άνδρες. Την άφιξη Μαυρομιχάλη στη Σπλάντζα δεν ήταν δυνατό να μην την πληροφορηθούν και οι Οθωμανοί πασάδες. Ανησύχησαν σφόδρα από την πιθανότητα οι Έλληνες επαναστάτες να αποκτήσουν προγεφύρωμα στη Σπλάντζα κι έτσι να δυσκολέψουν τον αγώνα τους εναντίον των Σουλιωτών.
Έκριναν, λοιπόν, ότι θα έπρεπε να αναληφθεί στρατιωτική δράση και αποφάσισαν να αποσταλεί δύναμη εκ τριών χιλιάδων Τουρκαλβανών και Τσάμηδων, με επικεφαλής τον Μουσταφάμπεη, παλιό Κεχαγιάμπεη της Πελοποννήσου, ο οποίος είχε αιχμαλωτισθεί κατά τη διάρκεια της απελεύθερωσης τη Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου 1821) και στη συνέχεια είχε αφεθεί ελεύθερος.
Στις 2 Ιουλίου 1822, ο Μουσταφάμπεης διαμοίρασε το στρατό του σε μικρές διάσπαρτες ομάδες, οι οποίες μέσα από διάφορα μονοπάτια θα έφθαναν στον καθορισμένο τόπο συνάντησης την επομένη ημέρα. Πράγματι, στις 3 Ιουλίου ο στρατός του Μουσταφάμπεη συγκεντρώθηκε σε μια τοποθεσία που απείχε μία ώρα από τη Σπλάντζα. Οι επιτιθέμενοι είχαν το πλεονέκτημα ότι μπορούσαν να φθάσουν απαρατήρητοι στο ελληνικό στρατόπεδο μέσα από τις καλαμιές και τους θάμνους και να επωφεληθούν από το ελώδες του εδάφους. Και αυτή τη δυνατότητα σκόπευαν να εκμεταλλευτούν.
Όμως, για κακή τους τύχη, ένας τσοπάνης είδε τις κινήσεις τους και ειδοποίησε τους Έλληνες αρχηγούς. Στο στρατόπεδο της Σπλάντζας σήμανε συναγερμός. Οι Έλληνες ήταν απροετοίμαστοι για μάχη, καθώς δεν περίμεναν τόσο ταχεία αντίδραση από τους Οθωμανούς πασάδες. Στη σύσκεψη που ακολούθησε, επικράτησε η άποψη του Μαυρομιχάλη και των Σουλιωτών να παραμείνουν και να πολεμήσουν, ενώ δεν πέρασε η πρόταση κάποιων αξιωματικών να αποφύγουν τη σύγκρουση, επιβιβαζόμενοι στα πλοία.
Αμέσως κατασκευάστηκε ένας πρόχειρος λίθινος τοίχος κατά μήκος της ακτής, όπου ταμπουρώθηκαν οι Σουλιώτες του Πάνου, ενώ ο Ζάρμπας με 50 άνδρες οχυρώθηκε σ’ ένα πύργο στις εκβολές του ποταμού για να επιτηρεί την τυχόν εμφάνιση ιππικού. Ο Μαυρομιχάλης με τους Μανιάτες του κατέλαβε το δεξιό άκρο μέχρι της βραχώδους ακτής της Σπλάντζας.
Η μάχη
Μία ώρα πριν από την ανατολή του ηλίου άρχισε η τουρκική επίθεση, σύμφωνα με το σχέδιο του Μουσταφάμπεη, που πίστευε ότι οι Έλληνες θα είναι ανοργάνωτοι και η αναμέτρηση θα ήταν ένας περίπατος για τους άνδρες του. Έπεσε έξω στους υπολογισμούς του, μόλις διαπίστωσε τα πρόχειρα οχυρωματικά έργα και την ετοιμότητα των ανδρών του Πάνου. Τότε διέταξε τους στρατιώτες του να αρχίσουν να πυροβολούν. Και πάλι για κακή του τύχη, τα όπλα των ανδρών του δεν εκπυρσοκρότησαν κατά το ένα τρίτο, επειδή η πυρίτιδα είχε διαβρωθεί από την υγρασία.
Οι Έλληνες απάντησαν στους πυροβολισμούς με επιτυχία, έχοντας τους Τουρκαλβανούς ακάλυπτους. Οι Μανιάτες βρίσκονταν σε ικανή απόσταση και δεν ενεπλάκησαν στα πρώτα στάδια της μάχης. Όμως, ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης δεν μπορούσε να παραμείνει αδρανής. Σπεύδοντας να βοηθήσει τους Σουλιώτες του Πάνου βρέθηκε ξαφνικά μπροστά στον Μουσταφάμπεη, που προσπαθούσε να εμψυχώσει τους άνδρες του. Οι δύο άνδρες, παλιοί γνώριμοι από την πολιορκία της Τριπολιτσάς, αιφνιδιάστηκαν από την απρόσμενη συνάντηση. Γρήγορα ανέκτησαν την αυτοκυριαρχία τους και άρχισαν τις μεταξύ τους λεκτικές προσκλήσεις.
Η μάχη όλο και δυνάμωνε. Και τότε συνέβη το μοιραίο. Μια σφαίρα από εχθρικό όπλο βρήκε στη μασχάλη τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη και τον τραυμάτισε σοβαρά. Λίγο προτού αφήσει την τελευταία του πνοή, διέταξε τον ιπποκόμο του να πάρει την αιματοβαμμένη ζώνη του και να την παραδώσει στην οικογένειά του στη Μάνη. Οι Έλληνες, απορροφημένοι από το θλιβερό γεγονός της απώλειας του αρχηγού τους, θα διέτρεχαν μεγάλο κίνδυνο, εάν ένα δικό τους βόλι δεν έριχνε άπνου τον Μουσταφάμπεη.
Οι Τούρκοι οπισθοχώρησαν, το ίδιο έπραξαν και οι Έλληνες. Η τρίωρη μάχη είχε λήξει χωρίς νικητή. Οι απώλειες για μεν τους Τούρκους ήταν 43 νεκροί και πέντε αιχμάλωτοι και για τους Έλληνες μόλις τρεις νεκροί. Οι Μανιάτες, αφού σκότωσαν τους πέντε αιχμαλώτους για να εκδικηθούν την απώλεια του Μαυρομιχάλη, επιβιβάσθηκαν στα πλοία τους και αναχώρησαν για το Μεσολόγγι με τον νεκρό αρχηγού τους.
Την ίδια ημέρα (4 Ιουλίου 1822) οι ελληνικές δυνάμεις υπέστησαν δεινή ήττα σε μια άλλη πιο σημαντική μάχη στο Πέτα της Άρτας. Έτσι, σε συνδυασμό με τη μάχη της Σπλάντζας, η ελληνική εκστρατεία στην Ήπειρο σημείωσε παταγώδη αποτυχία. Οι Σουλιώτες μετ’ ολίγον συνθηκολόγησαν με τους Οθωμανούς κι εγκατέλειψαν το Σούλι για τα Επτάνησα. Έτσι, έμεινε ανοιχτός ο δρόμος για την κάθοδο των Οθωμανών προς την Πελοπόννησο, εξέλιξη που θα έθετε σε κίνδυνο την Ελληνική Επανάσταση.